- κατέπλυνεν
- κατέπλῡνεν , καταπλύνωdrenchaor ind act 3rd sgκατέπλῡνεν , καταπλύνωdrenchimperf ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.